Η αστυνομική πλοκή του, φέρει πάνω της ένα άλλο βιβλίο, μια κοινωνική κριτική, μια θεατρική παράσταση και σίγουρα μια ιδιαίτερη λογοτεχνική κατάθεση.
Ο Δρόσος παίζει με τη γλώσσα με μια ευχέρεια που ξαφνιάζει τον ανυποψίαστο αναγνώστη. Οι λέξεις, επιλεγμένες προσεκτικά, σε πολλά σημεία με διπλό σημαινόμενο, ανοίγουν υποσυνείδητα μονοπάτια οδηγώντας το μυαλό σε ένα επιπλέον επίπεδο από αυτό που περιγράφει ο συγγραφέας. Δύσκολο και επικίνδυνο αυτό το παιχνίδι αλλά του Δρόσου "του βγαίνει" ακόμα και αν κάποιες φορές πλησιάζει -χωρίς όμως να αγγίζει- τα όρια της υπερβολής.
Ο Δρόσος, ηθοποιός του θεάτρου, του κινηματογράφου αλλά και της τηλεόρασης, βρισκόμενος αυτή τη φορά από την μεριά του δημιουργού και όχι του ερμηνευτή, μεταφέρει τη σκηνή του θεάτρου στην καθημερινότητα της πόλης. Στήνει θεατρικές σκηνές μέσα στην πόλη και τους αμείλικτους θεσμούς της, μέσα στα σπίτια και τους χώρους ανάπαυσης και φυσικά μέσα στον αγαπημένο του χώρο, το ίδιο το θέατρο.
Μέρος της ζωντάνιας που αποπνέει η γραφή σε αυτό το βιβλίο, οφείλεται στο κάλεσμα του συγγραφέα προς τα άψυχα αντικείμενα. Ένας τοίχος που παραδίνεται στο γκράφιτι, μια πόρτα που ανοίγει αυτόβουλα, δύο καφέδες που γίνονται μάρτυρες και κριτές μιας συζήτησης καθώς και το σπρέι και το κινητό ενός διωκόμενου που καθυστερούν ένα κυνηγητό προσπαθώντας να βοηθήσουν, δίνουν της αίσθηση ενός μαγικού σκηνικού μέσα στο οποίο μπορεί να συμβεί το οτιδήποτε.
Οι σκηνές του βιβλίου εναλλάσσονται, φέρνοντας κοντά διαφορετικούς ανθρώπους, όλοι πραγματικοί, αληθινοί χαρακτήρες "της διπλανής μας πόρτας" κινούμενοι όμως μέσα σε μια πιραντελλική ατμόσφαιρα, που φαίνεται να χτίζεται από έναν πλακατζή αλλά και ανελέητο σκηνοθέτη της ζωής, με αποκορύφωμα την εξαφάνιση των ορίων ανάμεσα στην πραγματικότητα και το θέατρο.
Ο συγγραφέας, έχει αφουγκραστεί με παρατηρητικότητα αρπακτικού, τις μικρές λεπτομέρειες που κάνουν τους ήρωες του, αληθινούς. Μια φράση, η περιγραφή μιας κίνησης, ένα βλέμμα, ένας βήχας, ένας δισταγμός, ακόμα και οι εσωτερικές σκέψεις των ηρώων τούς κάνουν να αναπνέουν, σαν το δημιούργημα ενός Πυγμαλίωνα.
Ο Δρόσος ως ένας ηθοποιός που έχει ενσαρκώσει διαφορετικούς χαρακτήρες, έχει αναγκαστεί να μάθει τι είναι αυτό που κάνει την κίνησή αυτόματη και φυσική, έχει προσπαθήσει να νιώσει τι νιώθουν οι ήρωές του και έχει κλάψει και γελάσει με ξένους πόνους και χαρές. Αυτή την εμπειρία τόσων χρόνων δείχνει να χρησιμοποιεί, με μεγάλη επιτυχία στο βιβλίο του.
Ένα πτώμα και γύρω ένα γαϊτανάκι χαρακτήρων. Σαν να τους βλέπω με τα κουστούμια τους στη σκηνή αλλά και έξω από αυτήν.
Ο συνταξιούχος, με τη ζωή μισή ή ολόκληρη, η πιθανή φιλενάδα, η γειτόνισσα, ο επαναστάτης και ο ασφαλίτης.
Στήνουν , ξεστήνουν, υφαίνουν την πλοκή της ζωής την απρόβλεπτη αλλά και κυκλική συγχρόνως. Ένας κύκλος που περικλείει την εκδίκηση, τον πόνο και τη λύτρωση.
Ένας πιθανός θάνατος που γίνεται γιορτή για τους παρευρισκομένους, μια πιθανή αυτοκτονία που ανοίγει έναν δρόμο, ένας βασανισμός με μουσική, η συνύπαρξη αυτού που βάφει με αυτόν που σβήνει, και μια χαρτόκολλα στο συρτάρι, μάρτυρας νοικοκυροσύνης και σταθερότητας μέσα σε όλον αυτόν τον παραλογισμό της ζωής.
Και στο τέλος μετά από αυτή την ανανεωτική ανάγνωση, περιλαμβάνονται στο βιβλίο δύο διηγήματα του ίδιου συγγραφέα, στα οποία επιδεικνύει την ίδια μαεστρία, ξεσκονίζει το σκηνικό της αρχαίας Ελλάδας και με την πυκνή του γραφή προσφέρει στον αναγνώστη δυο μικρές ευχάριστες και περιεκτικές ιστορίες.
Σίγουρα ένα βιβλίο που δεν περνάει απαρατήρητο. Το συστήνω ανεπιφύλακτα.
Εκδ. Κέδρος
Σελίδες: 248
No comments:
Post a Comment