Wednesday, December 7, 2022

Annie Ernaux - Αναμνήσεις ενός κοριτσιού



Αγόρασα το βιβλίο της Ernaux με τίτλο «Αναμνήσεις ενός κοριτσιού» στα πλαίσια της απαιτούμενης ανάγνωσης για ένα εργαστήριο που παρακολουθώ. Φυσικά και είχα ακούσει πολλά για τη συγγραφέα, αφού φέτος έλαβε το Νόμπελ λογοτεχνίας, ένα γεγονός που όπως συμβαίνει συνήθως, ακολουθήθηκε τόσο από επαίνους όσο και από επικρίσεις.

Ξεκίνησα να το διαβάζω με την επιφύλαξη που έχω συνήθως για τα βιβλία που μπορούν να οριστούν ως autofiction. Ένα τέτοιο βιβλίο πολλές φορές αποκτά αξία για τον αναγνώστη αποκλειστικά και μόνο μέσα από την ιστορία που αφηγείται, ακόμα και αν στερείται ολοκληρωτικά οποιαδήποτε λογοτεχνική αξία. Η δύναμη της ιστορίας, ειδικά όταν αφορά γεγονότα που συνδέονται με ψυχολογικές καταστάσεις κοινές μεταξύ του συγγραφέα και του αναγνώστη, μπορεί να καταφέρει να παρασύρει τον τελευταίο σε συναισθηματικές αντιδράσεις που κακώς ερμηνεύονται ως αποτέλεσμα της λογοτεχνικής μαεστρίας του πρώτου. Η ομορφιά της λογοτεχνίας δεν μετριέται με το ποσοστό ταύτισης του αναγνώστη με τον ήρωα της διηγούμενης ιστορίας αλλά είναι αποτέλεσμα μιας σύνδεσης που δημιουργείται ανάμεσα στο κείμενο και τον αναγνώστη, η οποία υπερβαίνει όποια λογική εξήγηση.

Γι αυτό ακριβώς θεωρώ ότι ο χαρακτηρισμός autofiction για το συγκεκριμένο βιβλίο της Ernaux το αδικεί. Η ιστορία που αφηγείται η συγγραφέας έχει αυτόνομη υπόσταση, είναι μια ιστορία που δεν «δυναμώνει» επειδή ο αναγνώστης ξέρει ότι αυτό που διαβάζει είναι ένα πραγματικό γεγονός, ένας πραγματικός βίος από έναν πραγματικό άνθρωπο αλλά στέκεται μόνη της ως μια ιστορία που έχει γραφτεί «λογοτεχνικά», παράγοντας νόημα και αισθητική απόλαυση.

Η Ernaux είναι η αφηγήτρια αλλά και το αντικείμενο της αφήγησης. Η τωρινή συγγραφέας αφηγείται την ιστορία ενός κοριτσιού για το οποίο μιλάει σε τρίτο πρόσωπο, ένα κορίτσι για το οποίο γνωρίζει τα πάντα αλλά δυσκολεύεται να αποδεχτεί ως το «εγώ» αφού είναι ένα κορίτσι το οποίο έχει τόσο λίγα κοινά με εκείνη. Μιλάει για εκείνη «με τον τρόπο των ανθρώπων που ακούμε να μιλούν για εμάς πίσω από μια πόρτα, λέγοντας «αυτή» ή «αυτός» και κείνη ακριβώς τη στιγμή έχουμε την εντύπωση ότι πεθαίνουμε».

Η Ernaux παίζει με έναν χρόνο μη γραμμικό, αλλά πολυεπίπεδο  στον οποίο μπαινοβγαίνει μέσω της προσπάθειας της να τον αποτυπώσει συγγραφικά. Μια Ανί Ε. που γράφει για την Ανί Ντ. Μια σχιζοφρενική συγγραφή, μια προσπάθεια εξορκισμού του κακού μέσω της αποκάλυψης του.

«Όσο προχωράω, η λιτότητα της αφήγησης που είχε εναποτεθεί στη μνήμη μου εξαφανίζεται. Το να φτάσω μέχρι το τέλος του 1958, σημαίνει ότι αποδέχομαι την κατεδάφιση όλων των ερμηνειών που είχα συσσωρεύσει με τα χρόνια. Ότι δεν παρασιωπώ. Δεν πρόκειται για τη δόμηση ενός μυθοπλαστικού χαρακτήρα, αλλά για την αποδόμηση του κοριτσιού που υπήρξα.» 

Ο προβληματισμός «είμαι εγώ αυτή;» χρωματίζει όλες τις σελίδες του βιβλίου. Και όπως ο αφηγητής στο Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο του Μαρσέλ Προυστ, συνειδητοποιεί την ύπαρξη ενός κρυμμένου, διαχρονικού εγώ μέσα του, το οποίο ανά πάσα στιγμή με το κατάλληλο ερέθισμα μπορεί να βγει στην επιφάνεια, όχι ως ανάμνηση αλλά ως πραγματικότητα, έτσι και η Ανί συνειδητοποιεί ότι αυτό το κορίτσι δεν είναι μια απλή ανάμνηση αλλά μια κινητήρια πραγματικότητα.

«Όμως αρκεί ένας κρότος, μια μυρωδιά που έχουμε ήδη ακούσει ή άλλοτε οσφρανθεί να επανεμφανιστούν στο παρόν αλλά και ταυτόχρονα και στο παρελθόν, υπαρκτοί χωρίς να είναι επίκαιροι, ιδεατοί χωρίς να είναι αφηρημένοι, και τότε η μόνιμη και συνήθως κρυμμένη ουσία των πραγμάτων αμέσως απελευθερώνεται, και το αληθινό μας εγώ που συχνά για χρόνια έμοιαζε νεκρό αλλά δεν ήταν εντελώς, αφυπνίζεται, εμψυχώνεται με την ουράνια τροφή που του προσφέρεται.»(Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο-Μαρσέλ Προυστ)

« Εκείνο το κορίτσι του 58 που, απ’ την απόσταση των πενήντα χρόνων, είναι σε θέση να ξαναβγαίνει στην επιφάνεια και να προκαλεί μια εσωτερική κατάρρευση, έχει λοιπόν μια κρυφή, ακατάβλητη παρουσία μέσα μου. Αν το πραγματικό είναι αυτό που δρα, παράγει αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον ορισμό του λεξικού, εκείνο το κορίτσι δεν είναι εγώ, είναι όμως πραγματικό μέσα μου-ένα είδος πραγματικής παρουσίας.» 

Αυτή όμως η «πραγματική παρουσία» αποκτά άλλη σημασία στον κόσμο του σήμερα. Η Ανί πριν το metoo με την Ανί του σήμερα δεν είναι το ίδιο κορίτσι. Μία πράξη ντροπής για κάποιον αποκτά ένα εντελώς διαφορετικό νόημα στο ηθικό πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνίας. Ο ομαδάρχης, αρραβωνιασμένος και έτοιμος να παντρευτεί, επιβάλει τη σεξουαλικότητα του πάνω σε ένα νεαρό κορίτσι και η πράξη αυτή φέρνει χλευασμό και αποδοκιμασία, όχι σε εκείνον αλλά στο νεαρό κορίτσι που χαρακτηρίζεται ως «ολίγον πουτάνα», και που «λιθοβολείται» ηθικά ακόμα περισσότερο επειδή κάνει το λάθος να τον ερωτευτεί. Καταστάσεις που τώρα θα ερμηνεύονταν εντελώς διαφορετικά καθορίζουν το κορίτσι και τη μελλοντική γυναίκα που αυτή τη στιγμή αναρωτιέται «ήμουν αυτό το κορίτσι εγώ»;

Η Ernaux αφηγείται την ιστορία ενός κοριτσιού που αν υπήρχε σήμερα θα ήταν ένα άλλο κορίτσι. Την αφηγείται γιατί την ξέρει καλύτερα από τον καθένα, είναι η μόνη που μπορεί να την κρίνει. Όλα όσα έχουν συμβεί αποκτούν νόημα και καθοδηγούν την επόμενη πραγματικότητα. Συγχρόνως, όλα όσα έχουν συμβεί σε εκείνο το κορίτσι δεν έχουν νόημα στο σήμερα. Η Ανί είναι και οι δύο της εαυτοί, και το γεγονός ότι όλα χάνουν το νόημα τους σαν να μην υπήρχαν, επικυρώνεται με την ύπαρξη του παρθενικού υμένα στη «μετά» ζωή της ηρωίδας. Εκεί που θα αρχίσει να ενώνεται το κορίτσι του «αυτή» με τη γυναίκα του «εγώ».

Το Αναμνήσεις ενός κοριτσιού περιγράφει μια ενηλικίωση, ακουμπάει την τρυφερή ηλικία της νιότης καθώς αυτή σκληραίνει και μεταμορφώνεται. Η ματιά της αφηγήτριας καταγράφει καταστάσεις που η χρονική απόσταση λειαίνει. Το κορίτσι που μεγάλωσε έμαθε να προσέχει, θα είναι όμως πάντα και το κορίτσι που χλευάστηκε σε έναν διάδρομο σε μια κατασκήνωση, επειδή ήταν κορίτσι.

Η φωνή της Σιμόν ντε Μποβουάρ θα δώσει νόημα στη ντροπή της Ανί. «Πιστεύω πως [η γυναίκα] έχει τη δύναμη να επιλέξει ανάμεσα στη διεκδίκηση της υπερβατικότητα της και στην αλλοτρίωση της ως αντικειμένου». (Το δεύτερο φύλο). Το κορίτσι πρέπει να αποτινάξει μια ντροπή που δεν είναι δική της. Η ντροπή σωματοποιείται με την αμηνόρροια και τις διατροφικές διαταραχές. Η φωνή της Σιμόν έρχεται αργά στη ζωή της.

«Ένα πράγμα βιωμένο σ’έναν κόσμο που υπήρχε πριν από το 1968,και καταδικασμένο απ’τους κανόνες αυτού του κόσμου, δεν μπορεί ν’αλλάξει ριζικά, ν’αλλάξει νόημα σ’έναν διαφορετικό κόσμο. Απομένει ένα ξεχωριστό σεξουαλικό γεγονός, του οποίου η ντροπή εξακολουθεί να είναι αδιάλυτη μες στα δόγματα του νέου αιώνα.»

Ένα βιβλίο για πολλές αναγνώσεις, με την ικανότητα να αγγίζει εμάς αλλά και τους προηγούμενους εαυτούς μας. Εμένα με άγγιξε βαθειά. Με έβαλε να ψάξω το δικό μου κορίτσι, όχι του 1958 αλλά του 1988 και να αναρωτηθώ αν του έδωσα ποτέ την ευκαιρία να πει την ιστορία του.

Μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη
Εκδ: Μεταίχμιο