"Πήγε άκρη άκρη στην παραλία, στην
αντίθετη μεριά από εκεί που είχαν μαζευτεί εκείνοι, και ψευτοκρύφτηκε πίσω από
δύο αχαμνά αρμυρίκια. Είχε σηκώσει κάμποσο κύμα αλλά ούτε αυτό τον ενόχλησε. Το
χρειαζόταν. Ήθελε να χτυπηθεί με το αλμυρό νερό που ποτέ του δεν τον πρόσβαλε,
να παλέψει, να χαθεί για λίγο μέσα στα θολωμένα νερά του ταραγμένου βυθού που
ποτέ δεν τον έβλαψε, να εγκαταλείψει στον αφρό όλα τα εχθρικά στοιχεία του
σύμπαντος που τον πλημμύριζαν αβάσταγη δυσφορία. Το θαλασσινό νερό του έκανε
πάντα καλό. Γαλήνευε τις έγνοιες του, θεράπευε τις αρχαίες πληγές. Το
προτιμούσε κι απ’ το διάβασμα." (σελ 23)
Οι μέρες κυλάνε μέσα σε έναν παφλασμό στην Ελλάδα της κρίσης, η θάλασσα προσφέρει το κατάλληλο σκηνικό για το ξέπλυμα των σκέψεων που τριγυρίζουν στα ταραγμένα μυαλά των πολιτών. Η χώρα ζει στιγμές προπολεμικές, η μπουκιά βγήκε μέσα από το στόμα των Ελλήνων, η κατοχυρωμένη ανάπτυξη κλάπηκε από τους ίδιους που την υποσχέθηκαν και τρεις γέροι Θωμάδες (άπιστοι; και αν ναι, σε τι;) ξεπλένουν το γερασμένο τους κορμί σε μια ακτή της (συμβολικής;) Βάρκιζας. Σε αυτό το σκηνικό, ως από μηχανής θεοί και παραλίγο ναυαγοί αναδύονται μέσα από το βασίλειο του Ποσειδώνα η επίγεια θεά εκ του Μεξικού Ινέθ με τον Έλληνα άντρα της Νώντα.
Οι τρεις Θωμάδες αντιπροσωπευτικοί χαρακτήρες ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας,- (ο βαρύς και ασήκωτος Μανιάτης Μπαγ’σάκος, ο αριστερός Ικαριώτης Ακ’μάτης και ο πασοκτζής ποριώτης πολιτικός μηχανικός/εργολάβος Π’λοπουλος), παρέχουν το κατάλληλο υλικό στον Άρη Μαραγκόπουλο για να στήσει ένα κοινωνικοπολιτικό, καταγγελτικό μυθιστόρημα.
Ιδιοφυές επιχείρημα το «φλλσστ, φλλσστ, φλλλσσστ» (προσπαθήστε να διαβάσετε δυνατά τον τίτλο) κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη κιόλας σελίδα με τη χειμαρρώδη γλώσσα του Μαραγκόπουλου να μας παρουσιάζει τον έκτο/πρώτο/τρίτο, δεν έχει σημασία η σειρά, ήρωα του βιβλίου του, τον δάσκαλο Φώντα , αγουροξυπνημένο και με βέβαιη ταραχή μετά από έναν επεισοδιακό ύπνο, αντιμέτωπο στην αμέσως επόμενη σκηνή με μια μαινόμενη γυναίκα, βασανιζόμενο από τους ανθρώπινους περιορισμούς του και στο τέλος του πρώτου κεφαλαίου βουτηγμένο κιόλας στην καθαρτική παγωμένη θάλασσα, την αδιαμφισβήτητη πρωταγωνίστρια του βιβλίου.
Κάπως έτσι βουτάει και ο αναγνώστης στην ανάγνωση του «φλλστ,φλλσστ,φλλλσστ» μέσα από έναν υπνωτικό λόγο που τον παρασέρνει κάνοντας δύσκολη την οποιαδήποτε απόδραση. Γιατί πέρα από την έξυπνη πλοκή, το «δυνατό» χαρτί του συγγραφέα είναι αυτός ο λόγος που παφλάζει σαν τα κύματα της θάλασσας, τόσες λέξεις κολλημένες με τέχνη η μία μετά την άλλη, ένα απίστευτα πλούσιο λεξιλόγιο, λέξεις που τρέχουν σαν το νερό και τις ακούς μια- μία στο αυτί σου ακόμα και αν διαβάζεις σιγανά. Σαν μια πεζή, ποίηση στην οποία όμως τις λέξεις δεν τις έχει επιλέξει κάποιος ποιητής αλλά η ίδια η πλοκή. Ο Μαραγκόπουλος βουτάει στα δύσκολα και γράφει ένα βιβλίο για τη δύναμη που κουβαλάει o κάθε άνθρωπος, για το μυστήριο, το πάθος, τη ζήλια, τη δικαιοσύνη, την απανθρωπιά, το έγκλημα και την τιμωρία. Ένα βιβλίο δηλαδή για τη ζωή του καθενός μας.
Οι τρεις Θωμάδες, ο Φώντας και το ζευγάρι Ινέθ- Νώντας αποτελούν ένα τέλειο λειτουργικό σύνολο. Ο ένας ήρωας επιβεβαιώνει και αντισταθμίζει τον άλλον. Το ζευγάρι από το Μεξικό αποτελεί την κινητήρια δύναμη της ιστορίας, την κόλλα που δένει αυτούς τους ανθρώπους μαζί, σε μια συναρπαστική ιστορία που αν δεν είχε μέσα της τόση αλήθεια και τραγικότητα θα αποτελούσε την τέλεια μαγιά για το πλάσιμο μιας ιστορίας τρόμου.
"Σήκωσε ένα απελπισμένο, φλογισμένο βλέμμα στον ουρανό. Το άλογο φρούμαζε λαχανιασμένο, όμως το μαλακό φλαπ,φλαπ,φλαπ που έκαναν με την ακρίβεια εκκρεμούς οι ανοιχτές πυρρόξανθες φτερούγες του σκέπαζε τον θόρυβο απ΄ το ρουθούνισμα του. Ένας τυφλός δαίμονας ανάδευε αγριεμένος τη μέσα ζωή του λοστρόμου, δεν ήξερε τι άλλο μπορούσε να κάνει. Δεν ήξερε. Στράφηκε στη Λούπε: είχε κοντοσταθεί και τον περίμενε με γερμένο κεφάλι και παρόμοιο βλέμμα. – Τι άλλο είναι να κάνουμε, Λούπε; Το ζώο δεν μπορούσε ν’ αποκριθεί. (σελ 193)"
Το κεφάλαιο «Χαμηλό Βαρομετρικό» που στέκεται και μόνο του αν και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του βιβλίου αποτελεί μια λογοτεχνική καταγραφή της νεοελληνικής κοινωνίας, φωτιζόμενης ευρηματικά όχι μέσα από το φως αλλά μέσα από τη σκιά ενός φτερωτού αλόγου που σκεπάζει την πόλη αναδεικνύοντας τις λεπτομέρειες, όπως ακριβώς λειτουργεί η σκιά του Τανιζάκι (Εγκώμιο της Σκιάς) και ο κυβισμός του Πικάσο. Ακτινογραφώντας την κοινωνία του σήμερα, μπλέκοντας τα χίλια μύρια ονόματα και αναπτύσσοντας μια διεισδυτική ματιά, ο συγγραφέας δημιουργεί συνεχόμενες και καταιγιστικές λογοτεχνικές εικόνες καθώς σαρώνει νοητικά την Αθήνα με όλες τις παθογένειες της.
Πολυγραφότατος και εξαιρετικός μυθιστοριογράφος ο Μαραγκόπουλος δίνει για άλλη μια φορά ένα πολύ αξιόλογο βιβλίο. Το «φλλσστ, φλλσστ, φλλλσσστ» πέρα από όλα τα παραπάνω, είναι ένα βιβλίο με έξι ιστορίες ανθρώπων και άλλες τόσες που μπλέκονται μεταξύ τους, με φόντο μια θάλασσα που τα ξεπλένει όλα ρυθμικά. Φλλσστ,φλλστ,φλλλστ.
"Ούτε
ποιητής ούτε προφήτης ήταν ο λοστρόμος ώστε να απευθύνεται με τα παραπάνω λόγια
στους συντρόφους του. Όσο όμως, κι αν ακούγεται περίεργο, αυτός ήταν ο
αποχαιρετισμός του. Πρόφερε τα λόγια του
πολύ καθαρά, με μάτια μισάνοιχτα, λες και τα ψιθύριζε στο αυτί του κάποια
αόρατη μούσα. Λες κι είχε πάρει πάλι πεγιότλ. Ή, απλώς λες και ο κάματος της μέρας
που έφευγε κι η κατάσταση της υγείας του να είχαν κλονίσει βαθιά το συγκινημένο
μυαλό του. Αλλά, εδώ που τα λέμε, τι κάνει τον άνθρωπο ποιητή; Η αληθινή ζωή,
πάει να πει ο μοναδικός τρόπος που στέκεται αντίκρυ στον θάνατο. (σελ 339)"
Εκδόσεις Τόπος, 2020
No comments:
Post a Comment