Διαπίστωσε: Για να ζητήσεις συγγνώμη, απαιτείται περισσότερη παλικαριά πάρα για να πυροβολήσεις με ένα όπλο, πάρα για να ενεργοποιήσεις μία βόμβα. Αυτό το κάνει ο καθένας.
(Πατρίδα: Η φυλακή σου, η φυλακή μου)
Διάβασα πρόσφατα το βιβλίο «Πατρίδα» του Αραμπούρου, ένα βιβλίο το οποίο έκανε τρελές πωλήσεις στην Ισπανία, γραμμένο στα βασκικά και μεταφρασμένο στα καστιλιάνικα, ακολουθώντας την τάση των τελευταίων δεκαετιών να προτιμάται από τους Βάσκους συγγραφείς η βασκική γλώσσα της καστιλιανικής (επίσημης ισπανικής) με σκοπό την στήριξη και την προστασία της βασκικής κουλτούρας.
Ο Αραμπούρου καταπιάστηκε με ένα θέμα ταμπού για τη βασκική κοινωνία (πιο ταμπού και από το δικό μας εμφύλιο), τη δράση της οργάνωσης ΕΤΑ, εξετάζοντας το μέσα από τις προσωπικές ζωές δύο οικογενειών που ζουν σε ένα μικρό χωριό κοντά στο Σαν Σεμπαστιάν. Εν τάχει και χωρίς κίνδυνο spoiler αφού ο αναγνώστης καταλαβαίνει από την αρχή το ποιος είναι αυτός που θα πεθάνει, περιγράφω την πλοκή. Ο Αραμπούρου παρακολουθεί από κοντά δύο οικογένειες με πολύ στενές φιλικές σχέσεις μεταξύ τους οι οποίες θα βρεθούν στις διαμετρικά αντίθετες θέσεις του θύματος και του θύτη. Ο γιος της μίας οικογένειας εισχωρεί στους κόλπους της ΕΤΑ ενώ ο πατέρας της άλλης εκβιάζεται και δολοφονείται από αυτή. Φυσικό και επόμενο να διαταραχθούν οι δεσμοί μεταξύ των δύο οικογενειών, αυτό το περιμένει ο αναγνώστης, αυτό όμως που δεν περιμένει είναι το πώς η οικογένεια του θύματος θα βρεθεί ενοχοποιημένη και διωγμένη από το ίδιο της τον τόπο ως εχθρός του βασκικού κινήματος. Χρησιμοποιώντας, σύμφωνα με την γνώμη μου, υπερβολικά σχηματοποιημένες καταστάσεις και χαρακτήρες, ο Αραμπούρου περνάει όντως το μήνυμα του, ο αναγνώστης καταλαβαίνει τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι νέοι μετά την πτώση του Φράνκο και πριν την διακοπή των τρομοκρατικών εκτελέσεων της ΕΤΑ το 2011, μεγαλώνοντας σε κοινωνίες οι οποίες όχι απλώς αποδεχόντουσαν την δολοφονική δράση της ΕΤΑ αλλά και καταδίκαζαν την αποχή από αυτή έχοντας την υποστήριξη σε αυτό ακόμα και της εκκλησίας. Στο βιβλίο γίνεται ξεκάθαρη η κοινωνική πίεση υπέρ της ανάληψης δράσης. Οι νέοι έπρεπε να αποδείξουν ότι υποστήριζαν την βασκική ταυτότητα τους αλλιώς κινδύνευαν να στοχοποιηθούν ως προδότες της πατρίδας τους. Η ζωή στο χωριό περιγράφεται ως κλειστοφοβική και χωρίς διέξοδο διαφυγής. Όλοι πρέπει να διαλέξουν μεριά.
Το βιβλίο είναι γραμμένο με τρόπο που δεν το αφήνεις εύκολα από τα χέρια σου. Μικρά κεφάλαια που μεταφέρουν τον αναγνώστη μπρος και πίσω χρονικά χωρίς όμως να υπάρχει δυσκολία προσανατολισμού. Η ανάγνωση του βιβλίου είναι πολύ εύκολη. Σε κάποιες σελίδες σκεφτόμουν ότι παραείναι εύκολη. Διαβάζοντας το βιβλίο όλο περισσότερο υποψιαζόμουν ότι ο συγγραφέας πρέπει να έκανε πρώτα ένα πλάνο με το τι ακριβώς ήθελε να πει πάνω στο θέμα της ΕΤΑ και μετά να έχτισε τους χαρακτήρες του και την πλοκή έτσι ώστε να εξυπηρετεί αυτό το πλάνο. Μου φάνηκαν όλα υπερβολικά υπολογισμένα. Τίποτα δεν χαλούσε την ομοιομορφία του επιχειρήματος. Όταν το διάβαζα, ένοιωθα ότι ξέρω τι θα διαβάσω στο επόμενο κεφάλαιο. Παρόλα αυτά το βιβλίο με έκανε να θέλω να διαβάσω και το επόμενο κεφάλαιο. Συμπέρασμα για εμένα. Προικισμένος συγγραφέας αλλά χωρίς την απαραίτητη ψυχή που δημιουργεί ένα αριστούργημα.
Όσον αφορά την θέση που παίρνει ο συγγραφέας σχετικά με το φαινόμενο ΕΤΑ, θεωρώ ότι ναι μεν προσπαθεί να διατηρήσει μια ισορροπία αναλύοντας τους λόγους που πολλοί εντάχθηκαν σε αυτήν την οργάνωση δείχνοντας παράλληλα και την βαρβαρότητα και κρυφή δράση της αστυνομίας που παραπέμπει στο σκοτεινό φασιστικό παρελθόν της Ισπανίας, δεν εμβαθύνει όμως όσο θα έπρεπε. Ο επίσης Βάσκος συγγραφέας Ramon Saizarbitoria τον κατηγορεί ότι περιγράφει μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις αιτίες που συντέλεσαν στην δημιουργία του συγκεκριμένου αυτονομιστικού κινήματος, επί δικτατορίας Φράνκο (το 1959), όταν το να είσαι Βάσκος ήταν από μόνο του παράνομο και η ΕΤΑ αποτελούσε τον μόνο δρόμο για όσους ήθελαν να διατηρήσουν τα πολιτιστικά δικαιώματα τους και την εθνική τους κληρονομιά.

Μπορεί να αδικώ τον Αραμπούρου επειδή έτυχε να διαβάσω πρώτα τα βιβλία του Saizarbitoria τα οποία αγάπησα. Μπορεί επειδή με εξιτάρουν πιο πολύ οι όποιες ατέλειες στο στήσιμο των βιβλίων του Saizarbitoria σε σχέση με το άψογο στήσιμο του Αραμπούρου. Μπορεί επειδή μου άρεσε να διαβάζω στο Martutene μια εκτεταμένη συζήτηση μεταξύ δύο χαρακτήρων του για την αισθητική στο τσάι που κατάληγε στον προβληματισμό του αν είναι πιο σωστό να βουτάς πρώτα το τσάι στο ζεστό νερό ή πρώτα να χύνεις μέσα το ζεστό το γάλα. Μπορεί τέλος επειδή στο βιβλίο του Saizarbitoria αισθάνθηκα τους χαρακτήρες περισσότερο «ανθρώπινους» και λιγότερο «χαρακτήρες».
Θα σύστηνα στους αναγνώστες που έχουν την δυνατότητα να διαβάσουν βιβλία στην αγγλική ή ισπανική γλώσσα και ενδιαφέρονται για την σύγχρονη ιστορία αυτής της περιοχής, να διαβάσουν και τον Αραμπούρου και τον Saizarbitoria. Τα βιβλία και των δύο προσφέρουν μια αρκετά ενδιαφέρουσα διείσδυση στην κοινωνία και την ψυχολογία του βασκικού λαού.
Στα ελληνικά το βιβλίο η Πατρίδα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πολιτεία (2018) σε μετάφραση της Σπερελάκη Τιτίνας.
https://www.wordswithoutborders.org/book-review/martutene-by-ramon-saizarbitoria-carolyn-silveira
https://www.eldiario.es/norte/euskadi/victimas-comportamiento-impecable_0_598440703.html